Την Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014 η καθηγήτρια φυσικής αγωγής και χοροδιδάσκαλος Ζωή Βεσυροπούλου δέχτηκε με πολύ χαρά να μας παρουσιάσει χορούς, ήθη και έθιμα από την περιοχή στην οποία γεννήθηκε, έζησε και μεγάλωσε, το Ρουμλούκι.

Ρουμλούκι ονομάζονταν ένα μέρος της μεγάλης πεδιάδας της Θεσσαλονίκης, που δημιουργήθηκε από τις συνεχείς προσχώσεις των ποταμών Αξιού, Λουδία και Αλιάκμονα. Από την ανατολή είχε ως φυσικά του όρια, μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα, τον ποταμό Λουδία με τις εκβολές του, από τη δύση τους πρόποδες του Βερμίου (τα όρια της πόλεως της Βέροιας), νότια τα υψώματα των Πιερίων και βόρεια τη λίμνη των Γιαννιτσών (Βάλτο). Στη σημερινή εποχή και μετά την αποξήρανση της λίμνης των Γιαννιτσών αποτελεί τμήμα του κάμπου της Ημαθίας, που διασχίζει ο ποταμός Αλιάκμονας.

Στην περιοχή αυτή δόθηκε η προσωνυμία “Ρουμλούκι” ή “Ουρουμλούκ” από τους πρώτους Οθωμανούς κατακτητές λόγω του ανόθευτου και αμιγώς ντόπιου ελληνικού πληθυσμού. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από τη σύνθεση δύο τούρκικων λέξεων: 1) Ρούμ(Rum) , που σημαίνει Έλληνας-Ρωμιός και 2)Λουκ(Luc) που σημαίνει τόπος. Το Ρουμλούκι δηλαδή ερμηνεύεται ως ο τόπος στον οποίο κατοικούν Έλληνες, όπως ίδιας προέλευσης λέξεις είναι και η Ρούμελη και η Ρωμυλία. Μερικά από τα πιο σημαντικά χωριά του Ρουμλουκιού που υπάρχουν και στη σημερινή εποχή είναι: Σχοινάς, Πλατύ, Γιδάς (η σημερινή κωμόπολη Αλεξάνδρεια), Καψόχωρα, Κλειδί, Λιανοβέργι, Νησέλι, Νησί, Παναγιά, Μελίκη, Παλατίτσια, Μέση, Καβάσιλα, Σταυρός, Σκυλίτσι, Λουτρός, Άμμος, Επισκοπή, Κεφαλοχώρι, Ξεχασμένη, Ραψομανίκη, Παλιόχωρα, Κουλούρα, Διαβατός, Κορυφή, Τσινάφορο, Αγκαθιά, Μακροχώρι, Βρυσάκι, Κυψέλη, Μπάρμπες και Κούτλες. Με την ένωση των δύο τελευταίων χωριών δημιουργήθηκε  η Βεργίνα. Κύριο χαρακτηριστικό που ενώνει αυτά τα χωριά είναι τα κοινά ήθη και έθιμα και η κοινή γλώσσα. Ο σημαντικότερος όμως συνδετικός τους κρίκος είναι η γυναικεία παραδοσιακή φορεσιά με τον ιδιόμορφο εντυπωσιακό κεφαλόδεσμό της (το «κατσούλι»), που παρουσιάζει καταπληκτική ομοιότητα με το αρχαίο Ομηρικό και Μακεδονικό κράνος.

Σύμφωνα με τον μύθο σε μια μάχη που έδωσε ο μακεδονικός στρατός οι γυναίκες του Ρουμλουκιού πολέμησαν με περισσότερη ανδρεία από ότι οι στρατιώτες του. Έτσι λοιπόν ο Μέγας Αλέξανδρος έβγαλε από τα κεφάλια των ανδρών τις περικεφαλαίες και τις έδωσε στις γυναίκες ως ένδειξη τιμής. Η πανέμορφη και «αρχοντική» αυτή  φορεσιά θεωρείται από τις αρχαιότερες. Τα διακοσμητικά θέματα των κεντημάτων τους έχουν όλα γεωμετρικό ρυθμό με μαύρα περιθώρια. Τα διακοσμητικά θέματα των ρουμλουκιώτικων κεντημάτων μοιάζουν με αυτά της περιοχής της Νάουσας. Όλα τα κεντήματα έχουν μία ενιαία έκφραση και προέρχονται από το απλό τετράγωνο, που είναι το βασικό στοιχείο στο οποίο στηρίζεται ο ρυθμός τους. Οι γυναίκες του Ρουμλουκιού, για πάρα πολλά χρόνια σε καθημερινή βάση, φορούσαν με τελετουργικό τρόπο την σύνθετη και ιδιόμορφη αυτή φορεσιά, προσαρμοσμένη ανάλογα στα στάδια της ζωής τους, έτσι ώστε να απεικονίζει και την κοινωνική τους καταξίωση. Διαφορετικό κεφαλόδεσμο είχε η ανύπαντρη κοπέλα, διαφορετικό η παντρεμένη, διαφορετικό η χήρα. Με πιο περίτεχνο αυτό της νιόπαντρης  κοπέλας, όσο μεγάλωνε μια γυναίκα τόσο πιο απλό γινόταν και ο κεφαλόδεσμός της, για να ταιριάζει με τον χαρακτήρα που έπαιρνε η ζωή της.

Χορευτικά η περιοχή διαθέτει ιδιαίτερους και πρωτότυπους χορούς. Διακρίνονται από αργά κινητικά μοτίβα, με αργά και σταθερά βήματα. Αξιοσημείωτο είναι πως στο Ρουμλούκι οι περισσότεροι είναι γυναικείοι, τελετουργικοί χοροί, προβάλλοντας έτσι την γυναικεία αρχοντιά και χάρη. Χαρακτηριστικοί γυναικείοι χοροί είναι: της Μαρίας, της Δημητρούλας, της Λισσάβως, κ.α. Οι χοροί αυτοί έχουν το όνομά τους σε γενική καθώς οι ντόπιοι όταν αναφέρονται στον εκάστοτε χορό εννοούν την μελωδία της Μαρίας, την μελωδία της Δημητρούλας. Βέβαια από την περιοχή δεν θα μπορούσαν να λείπουν και οι αντρικοί χοροί, μερικοί από τους οποίους είναι το Γκέικο, η Μποέμτσα και η Γκάιντα. Χαρακτηριστικό φαινόμενο της περιοχής είναι πως πολλές φορές οι γυναίκες παράγγελναν ανδρικούς χορούς για να χορέψουν μπροστά, χορεύοντάς τους όμως με γυναικείο τρόπο, πράγμα το οποίο δεν παρατηρείται πουθενά αλλού στην Ελλάδα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η κίνηση του μαντηλιού στο χέρι της πρωτοχορεύτριας. Η πρώτη συνοδεύει τα βήματά της, αλλά περιγράφει και τα συναισθήματα που βιώνει εκείνη την ώρα με μια συνεχόμενη και απαλή, αλλά συνάμα δυναμική και κυκλική κίνηση του χεριού της κρατώντας το μαντήλι της.

Μουσικά όργανα της περιοχής είναι ο ζουρνάς και το νταούλι, όργανα αρχέγονα. Σημείο που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι ότι οι μουσικοί παίζανε «στα πόδια» όπως λένε οι ντόπιοι τους χορευτές. Αυτό σημαίνει πως ο νταουλτζής και ο ζουρνατζής παίζουνε αυτό που χορεύει ο πρωτοχορευτής και όχι το αντίθετο. Όταν τελείωνε ο χορός, ο πρώτος ή η πρώτη του χορού χαιρετούσαν τους μουσικούς για να δείξουν ότι ευχαριστήθηκαν το παίξιμό τους. Υπήρχαν και φορές βέβαια που του χορευτή δεν του άρεσε το παίξιμο του μουσικού και φυσικά δεν τον χαιρετούσε.

Μέσα λοιπόν από ένα τέτοιο σεμινάριο, ο Χορευτικός Όμιλος Θεσσαλονίκης ταξίδεψε σε έναν τόπο γεμάτο μουσική, τραγούδια, χορό και ιστορία. Εις το επανιδείν.